Παρασκευή 4 Σεπτεμβρίου 2015

(2/2) "Θέλεις να σ' επιδείξω?" Αυτή είναι η κύρια και διαρκής ερώτηση, με την απάντηση συνήθως καταφατική. "Καμμία δεν μπορεί να αντισταθεί στο φακό", έτσι μου είχε πει ένας φίλος φωτογράφος, συμπατριώτης από τη γενέτειρα, πριν από καμιά δεκαπενταριά χρόνια, έπρεπε να κάνει μια εργασία με κάτι πορτρέτα θυμάμαι, ναι του είχα πει κι εγώ, δεν ενέχει σεξισμό το θέμα σκέφτομαι πια, μου το είχε ζητήσει κι αλήθεια δεν ειχα βρει λόγο να του πω όχι, με είχε βγάλει κάποιες φωτογραφίες, με φιλμ και αρνητικά, ασπρόμαυρο θυμάμαι έπρεπε να δουλέψει ή κάτι άλλο πιο περίεργο, όταν κάποια στιγμή μετά μου τις έδειξε δε μου είχα(ν) αρέσει, το χρώμα τους έπαιζε μεταξύ μαύρου άσπρου κίτρινου και υποκόκκινου, υπάρχει άραγε κάτι τέτοιο?, "Όλες λατρεύουν να είναι το αντικείμενο του φακού", επέμενε κι έλεγε σε κείνη τη φωτογράφηση καθώς μιλούσαμε για γυναίκες και για μια πιο συγκεκριμένα, του άρεσε πολύ, κι αν δεν την είχε φωτογραφήσει ήδη είμαι σίγουρος πως θα το κατάφερνε, εγώ είχα ήδη την ιστορία μου μαζί της, δεν απάντησα κάτι, συμφώνησα σιωπηρά, αν και μέσα μου ήλπιζα να κάνει λάθος, ήμουν τουλάχιστον βέβαιος ότι υπερβάλλει, πόσο δύσκολο είναι τελικά για μια γυναίκα να διαγνώσει ότι το να "δει το πουλάκι" είναι τόσο βγαλμένο από κάμερες όσο κι από παντελόνια?, καταραμένη ματαιοδοξία, είναι υπέροχο να είσαι το αντικείμενο του πόθου ή να πλανάσαι ότι είσαι, είναι όντως υπέροχο, συμφωνώ, κι άντε να αρνηθείς ότι μπορεί και να εξασφαλίζεις εισιτήριο στην αθανασία, "βγάλε, βγάλε με κι άλλη μία", "ναι, ναι, και τώρα το κεφάλι σου έτσι πίσω, ρίξε τα μαλλάκια κάπως πιο..., το χέρι έτσι λίγο, ναι, ναι, έτσι, τέλεια"..

Δε θυμάμαι τί ώρα ήταν, άρχιζε πάντως να είναι αργά, είχαμε αράξει όλοι στο σαλόνι-επέκταση του δωματίου της Ηλέκτρας, είχα βγάλει και το κομμάτι ξύλου εν είδει πόρτας το οποίο δεν πήρε ποτέ μεντεσέδες και χερούλι, είχα κάνει τόσο ακριβή δουλειά με τη μέτρηση των διαστάσεων, που όταν το τοποθέτησα μπήκε με τη γλυκειά πίεση της ολοκλήρωσης ενός παζλ, έδινε και την ψευδαίσθηση τοίχου, κι η Ηλέκτρα το αγάπησε, βγαλμένη κι η πόρτα λοιπόν, ο χώρος μας έδειχνε πραγματικά σαν κανονικό σπίτι, καθισμένοι στο σαλόνι εγώ, η Ηλέκτρα κι η Κumiko, όπου να 'ναι έφταναν κι οι άλλοι, ένταση μεταξύ τους και κουβέντες χαζές, τεταμένες, η δικιά μας δεν είχε δίκιο, έπασχε από το σύνδρομο "μου έχεις περάσει και θέλω να εξαφανιστείς", κάθισε κι η Kumiko σε μια γωνιά στο πάτωμα κι άρχισε να κλαίει, κουδούνι, σταματάει προς στιγμήν κι ο θρήνος, μπαίνουν η Στερλίνα με το Xavier, έφεραν και μπύρες, πίναμε κι αρχίσαμε να υπάρχουμε σαν παρέα, αλλά τα αγγλικά που τα είχαμε όλοι σα γλώσσα και που έπρεπε να μιλιούνται καθώς η Kumiko δεν τα 'ξερε τα φραντσέζικα, μόνος μου τα πάλεψα λίγο, αλλά δεν κράτησε, την είπε κι η Κumiko στην Ηλέκτρα που με τη σειρά της έσταξε φαρμάκι, έφυγε και ξανάρχισε να κλαίει στο χωρίς πόρτα δωμάτιό μου, στο πάτωμα κάτω από το παράθυρο, δεν είχαμε οπτική επαφή, αλλά το κλάμα έγινε γοερό, ηχηρά παρόν, δε χωρούσε ουδεμία αμφιβολία για το τί συνέβαινε δίπλα ενώ η καλλιτεχνική συζήτηση μαινόταν, τρέλλα, και με τί project ασχολείσαι?. και για πες μας τι έχεις κάνει μέχρι τώρα?, α ναι, τις έχεις εδώ?, για δείξε μας, σιωπηρή συμφωνία να αγνοούνται οι λυγμοί, "βοήθεια, βοήθεια" φώναζε άηχα κάποιος, κι εγώ?, ήχοι μιας καρδιάς που έσπαγε, πήγε η Στερλίνα τελικά, έδωσε λίγη προσοχή και συμβουλές, να 'ναι καλά, ο Xavier άνοιξε το σακίδιο κι άρχισε να βγάζει τα φώτα του, έυκαμπτοι πλαστικοί διάφανοι σωλήνες με μικρά λαμπάκια μέσα τους, τρεις διαφορετικοί, τρία διαφορετικά χρώματα τα λαμπάκια, μωβ, πράσινο και κόκκινο, τα έβαζε ο φωτογραφούμενος πάνω του, τα τύλιγε και τα κουνούσε, το εφέ στις φωτογραφίες που μας είχε δείξει φαινόταν ωραίο, ο προηγούμενος που είχε δεχτεί να φωτογραφηθεί ήταν ένας τύπος, πού τον είχε βρει?. δεν μπορείς να έχεις κι επιλογές αν δεν έχεις budget, τα ΄παμε, ο οποίος είχε φετίχ με spandex, με κολλητές στολές υπερ-ηρώων, είδαμε έναν kinky spiderman, έναν kinky flash, τυλιγμένους στα χρωματιστά φώτα του Μεξικάνου, φωτογραφίες ενός καραφλού τύπου που σα να διαφήμιζε πάρτυ S&M - ελάτε να κάνουμε όλον τον κόσμο πνιγηρά κολλητό και κολλώδη και σφίξατε πιο πολύ σας παρακαλώ, μου δίνετε και μια με το μαστίγιο? - , έπαψε κι η Kumiko μετά τη Στερλίνα, το πήρε τελικά απόφαση να φύγει, με αξιοπρέπεια μάζεψε τα πράγματα και τα δάκρυα με το μανίκι, θα πήγαινε σε μια από τις κοπέλες που πίναμε μαζί εκείνες τις ελαφρύτατες μαργαρίτες, έφευγε και δεν ήξερα τί να πω, μείνε. αντίο, τα λέμε, είπα ένα γεια, ανάσανε μετά το γδούπο της εξώπορτας η συνωμοτικά απάνθρωπη ομάδα, που ανεμπόδιστα πλέον ασχολείται με την τέχνη, με το Χαβιέ και τους εαυτούς της, ξεδιπλώθηκαν τα καλώδια, έγιναν οι επιλογές βάσει προτιμήσεων, πρώτα τα κορίτσια, σε μένα έμεινε το μωβ, αυτό ήθελα ούτως η άλλως, μια αγάπη είχε πεθάνει, ταιριαστό, ήρθε μετά από ώρα κι η σειρά μου, με ρώτησε αν έχω costume, του είπα ότι έχω ένα κανονικό, απ' αυτά που φοράει ο κόσμος για δουλειά ή για κάτι κοινωνικά επίσημο, όχι υπέρ-ήρωα, γούσταρε, πήγα το φόρεσα, στο σαλόνι με ήθελε, του είπα όχι και αντιπρότεινα την τουαλέττα, όχι στο μπάνιο με μπανιέρα, νιπτήρα και μπιντέ, στο άλλο χωριστό δωματιάκι με τη λεκάνη μόνο, ξεκάθαρα πράματα, σ' αυτό το ταγμένο στην κατάποση των ακαθαρσιών, εκεί του είπα, του άρεσε πολύ η ιδέα., κάθισα στη λεκάνη, φόρεσα τα φώτα μου, μου έφεραν κι ένα τσιγάρο "τύπου μπάφος" που έλεγε κι ο Πάνος Σόμπολος, μεγαλοπρεπές, μεγαλύτερη αντίθεση έτσι μου είπε, really? σκέφτηκα. άρχισε να απαθανατίζει, έλα να το κάνουμε πιο σωστά μου είπε, αποκλείσαμε τις κοπέλες που έρχονταν και έριχναν καμιά ματιά, καθώς σκέφτηκα πως είχε δίκιο, κατέβασα παντελόνι και σώβρακο, ή το κάνουμε σωστά ή δεν το κάνουμε, πέος και όρχεις να κρέμονται εκεί κάτω, όπως και συνήθως συμβαίνει δηλαδή, καθημερινώς, τώρα φώτα να κουνιούνται, να τα κουνάω για το εφέ, κοστούμι-τσιγάρο-γεννητικά όργανα στο σκότος (ήλπιζα) και κλικ πολλά, άπειρα, ποιος ξέρει?, κάτι καλό μπορεί να βγει, για το project ρε γαμώτο...

Είχα γδυθεί του επισήμου κι είχα ντυθεί τα πρόχειρά μου, έκλεισα και την ξύλινη φλούδα πόρτας - τοίχου, γιατί μέσα η κατάσταση σοβάρευε, η προσπάθεια του φωτογράφου να πείσει τα κορίτσια να τολμήσουν κάτι πιο σέξυ, πιο γυμνό είχε ενταθεί, ήξερα, άκουσα?, ότι χρησιμοποίησε το δικό μου κατέβασμα του παντελονιού στη λεκάνη για να προκαλέσει παρόμοιες αντιδράσεις, "αφήστε με να σας τραβήξω φωτογραφίες που θα προκαλούν τον κόσμο να τραβήξει κάτι άλλο, κι εμένα τον ίδιο πρωτίστως", σαν να διάβαζα τη σκέψη του καλλιτέχνη, πολλή προσπάθεια, πολλή κουβέντα, στο αποκομμένο από το δωμάτιό μου σαλόνι, δεν ευοδόθηκε όμως, δεν ενέδωσαν τα κορίτσια μας, ούτε ξέρω πόσο κοντά έφτασαν, άντε μέχρι μπλούζα, να φαίνεται ο στηθοδεσμάκος και λίγη παραπάνω σάρκα, χάρηκα πάντως, θέλουν κι άλλο τα κορμιά σου να γίνουν γυμνά, μικροσκοπικέ Μεξικάνε, με κάλεσαν μετά κι επίσημα μέσα, είπαμε τα γεια μας, ήπιαμε τις καληνύχτες μας, μου είπε η Στερλίνα να τη συνοδεύσω μέχρι τη στάση του noctilien, ο Xavier είχε βρει να κάνει couch-surfing σε άλλο σπίτι, κερδισμένος έφευγε απλά όχι με το τρόπαιο που αληθινά επιθυμούσε, θέλεις να δεις έτσι λίγο τις φωτογραφίες σου?, με ρώτησε, όχι, του απάντησα, όταν τις δεις και θεωρήσεις ότι αξίζει κάποια τον κόπο, στείλε στο mail μου, το έχει η Στερλίνα, εντάξει μου είπε, πάνε μήνες μέχρι σήμερα και δεν πήρα ποτέ κάτι, βγήκαμε από το διαμέρισμα, στην πόρτα του ασανσέρ του δεκάτου ορόφου που περιμέναμε καρτερικά την αργή άφιξη, έβγαλε από την τσέπη του ένα κλειδί, χάραξε έξι γράμματα, κεφαλαία, στα μεξικάνικα μας είπε σήμαινε "γαμώ-πολύ καλή φάση", κάτι τέτοιο, έκλεισε η πόρτα παίρνοντάς μας κάτω, κι ακόμα το ένα μεταλλικό της φύλλο στο δέκατο έχει χαραγμένο παιδιάστικα, καταστροφικά ανεξίτηλα μια ολόκληρη μέρα, μια νύχτα και μια φιλοσοφία ζωής : AHUEVO .